Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

«ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΝΕΑΝΙΚΗ ΕΛΠΙΣ!» της Μαρίας Κολοβού - Ρουμελιώτη



(Το κοινωνικοπολιτικό Διήγημα «Ζητείται νεανική ελ­πίς!», αφιερωμένο στη μνήμη του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑ­ΔΙΑΜΑΝΤΗ τιμώντας έμπρακτα την επέτειο θανάτου του, απέσπασε το Πρώτο Βραβείο στο 2ο Διαγωνι­σμό Διηγήματος 2011, του Λογοτεχνικού και Πολιτιστι­κού Περιοδικού «ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ ο Θεσσαλός». Η δράση του διηγήματος στηρίχτηκε στο παρακάτω κείμενο του Αλέξανδρου. Παπαδιαμάντη: «Άμυνα περί πάτρης θα ήτο η ευσυνείδητος λειτουργία των θεσμών, η εθνική αγωγή, η χριστή διοίκησις, η καταπολέμησις του ξένου υλισμού και πηθηκισμού, του διαφθείροντος το φρόνη­μα και εκφυλίσαντος σήμερον το έθνος και η πρόληψις της χρεοκοπίας». H δημοσίευση του άρθρου έγινε στην εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ το 1896).

Στάθηκε για λίγο έξω απ’ το γραφείο του διευθυντή πριν αποπειραθεί να χτυπήσει την κλεισμένη εξώπορτα. Πήρε μια βαθιά εισπνοή κρατώντας όσο πιο πολύ μπορούσε τον αέρα στα στήθη. Οι χτύποι της καρδιάς της ανέβαιναν ως το λαρύγγι σαν θηλιές έτοιμες να την πνίξουν. Παρόλα ταύτα, προσπαθούσε να φαίνεται όσο γίνεται πιο φυσική με τον αέρα έμπειρης επαγγελματία.
Μέτρησε ως το τρία, άδειασε τον αέρα απ’ τα πνευμόνια της και με μια επαναλαμβανόμενη εισπνοή γεμίζει ξανά τις μπαταρίες της, κάνοντας ένα βήμα ακόμη πιο μπροστά. Το κορμί της φάνταζε στητό κι αέρινο˙ θαρρείς, πως αντίκριζες έναν άνθρωπο - κι έπαιρνες όρκο γι αυτό - που ήταν έτοιμος για όλα.
«Μια ψυχή που είναι να βγει, ας βγει μια ώρα αρχύτερα», λέει στον εαυτό της και με νεύρο τινάζει τα μακριά μαύρα μαλλιά της πίσω στους ώμους της.  «Ή τώρα, ή ποτέ» φωνάζει μυστικά στον φίλο εαυτό της και χτυπάει με ελεγχόμενη ένταση την εξώπορτα του γραφείου.
Από μέσα ακούγεται βαριά, αδιάφορα και μακρόσυρτα προφερόμενη η λέξη: «εμπρός» και με ανέλπιστο  θάρρος όρμησε στο εσωτερικό του γραφείου. Απέναντί της βρίσκει έναν μεσήλικα άντρα να φοράει ένα ζευγάρι μυωπικά γυαλιά που στηρίζονται σχεδόν στην άκρη της μύτης. Τα χείλη του καλύπτοντα με δασύ μαύρο μουστάκι, σε αντίθεση με το κεφάλι του που είχε ελάχιστη τριχοφυΐα με λίγες γκριζωπές απολήξεις. Ήταν δεν ήταν στα εξήντα του χρόνια. Φαινόταν μικροσκοπικός κάτω από το γκρι  κουστούμι του και τη ριγωτή γραβάτα. Το επάνω μέρος του κορμού  του δεν απείχε πολύ από το πάνω μέρος του γραφείου του.
Η καφέ, δερμάτινη, κουνιστή πολυθρόνα, λικνίστηκε αστραπιαία προς τα δεξιά, όταν αντίκρισε την καλοβαλμένη γυναικεία μορφή αντίκρυ του. Η διευθυντική φιγούρα ήρθε σε ένα ευθύ τετ α τετ με τη μελαχρινή μορφή της Μάργιας.
- Σας ακούω δεσποινίς μου, λέει με διακριτικό τρόπο στην κοπέλα -έναν τρόπο που δικαιολογούσε τη θέση του στο συγκεκριμένο γραφείο. Σε ποιους λόγους οφείλεις την επίσκεψή σας σε εμάς;   
Η νεαρή γυναίκα απλώνει το χέρι και του συστήνεται δια χειραψίας:
- Ονομάζομαι Μάργια Πλάτωνος Γιαννιά, είπε η κοπέλα. Είδα την προκήρυξη του διαγωνισμού στην εφημερίδα που εκδίδεται, και ανοίγοντας το κλασέρ από την τσάντα της, βγάζει από μέσα το απόκομμα με την φωτογραφία του εκδότη στην πρώτη σελίδα και την στήλη με τα πολιτιστικά δρώμενα. Μάλιστα, είχε υπογραμμίσει με έντονα κόκκινο στυλό το: «ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ». Θέλω να δηλώσω συμμετοχή στον διαγωνισμό, είπε, χωρίς να το καθυστερήσει καθόλου, αλλά δεν γνωρίζω τους όρους της συμμετοχής. Παρακαλώ ας με παραπέμψετε σε κάποιον για να είμαι ενήμερη.
- Ώστε είστε αρθρογράφος! λέει ο διευθυντής εκφράζοντας έκδηλα τον ενθουσιασμό του.
- Όχι δεν είμαι δημοσιογράφος, ούτε αρθρογρα­φώ κάπου, απάντησε με έντονη συστολή. Ασχο­λούμαι χρόνια με τη μελέτη συγγραμμάτων και τη συγ­γραφή, χωρίς βέβαια να έχω την τύχη να με διαβάζει το ευρύ κοινό. Γράφω και διαβάζω μόνη μου τα συγ­γράμματά μου!... λέει με αυτοσαρκασμό, και είπα να δοκιμάσω την τύχη και την αξία μου ξεκινώντας την καριέρα μου απ' την δική σας εφημερίδα, αν βέβαια μου δώσετε την ευκαιρία αυτή.
- Εμείς δεν κατεδαφίζουμε όνειρα δεσποινίς μου, μόνο ανοίγουμε καινούργιους ορίζοντες σε όσους το επιδιώκουν. Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι: νέους ανθρώπους με όρεξη στη δουλειά και με ανοιχτό μυαλό. Για να επιλέξουμε τους καινούργιους μας συνεργάτες, θα πρέπει να δούμε αν είναι ικανοί, άξιοι για τις επιδιώξεις του περιοδικού μας για το οποίο τους προορίζουμε. Για τον σκοπό αυτό έχουμε προκηρύξει διαγωνισμό διηγήματος με θέμα τα πολιτικοκοινωνικά προβλήματα των καιρών˙ γι αυτούς δηλαδή  τους  «Κατρίνες...» που   χτυπάνε ολόκληρη την οικουμένη και περισσότερο την πατρίδα μας, δημιουργώντας όλα αυτά τα συγκαιρινά προβλήματα που μας συγκατέχουν. Έπειτα θα γίνει η αξιολόγηση και οι τρεις καλύτερες συμμετοχές θα συνεργαστούν στο εξής μεταξύ μας συγκαθυφαίνοντας το μέλλον του περιοδικού.
- Ωραία!  είπε η Μ . Π . Γιαννιά  κάνοντας την τελευταία ερώτηση στο διευθυντικό στέλεχος: «και μέχρι πότε μπορώ να στείλω το σύγγραμμά μου, κύριε διευθυντά;».
- Πρέπει να βιαστείς λιγάκι. Εντός τριών εργάσιμων ημερών λήγει ο διαγωνισμός κι εμείς πρέπει να ξεκινήσουμε το ξεκαθάρισμα, απάντησε από την θέση του  το στέλεχος.
Η δεσποινίδα αποχαιρέτησε δια χειραψίας τον μεσήλικα κύριο, έτσι ακριβώς όπως την στιγμή που μπήκε στο γραφείο του και με σταθερό γεμάτο σιγουριά βηματισμό κατευθύνθηκε προς την έξοδο, δίνοντας ένα συμπαθητικό, αποχαιρετιστήριο χαμόγελο στον κύριο διευθυντή.
 Πρώτη δουλειά που ανέθεσε στον εαυτό της φτάνοντας στο σπίτι, ήταν η σύνταξη του συγγράμματός της: «ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΝΕΑΝΙΚΗ ΕΛΠΙΣ !».
Ναι! Ζητείται Νεανική Ελπίς, ονόμασε τις λίγες γραμμές που έγραψε για την συμμετοχή της στον διαγωνισμό, γιατί αυτό που δεν πρέπει να χάσουμε στην προκείμενη περίπτωση είναι: την ελπίδα, πως ο λαός μας δεν θα χάσει την ταυτότητά του και την πλούσια πνευματική κληρονομιά των προγόνων μας.
Και να, τι έγραψε μέσα στις λίγες γραμμές του κειμένου της:


«Είμαι Ελληνίδα, και αγαπώ την πατρίδα μου την Ελλάδα.
Οι γονείς που μ’ έφεραν στον κόσμο ήταν Έλληνες και με γαλούχησαν με βαθιά ελληνική συνείδηση . Τώρα που έφυγαν απ’ τη ζωή και αναπαύονται στην αγκαλιά 
της πατρογονικής γης, αγαπώ  και πονώ αυτόν τον τόπο ακόμη πιο πολύ.
Αυτός ο τόπος είναι ποτισμένος με αίμα, ιδρώτα και δάκρυ Ελλήνων πολιτών. Με το αίμα,  τον ιδρώτα και το δάκρυ όσων προϋπήρξαν και θα συνεχιστεί να ποτίζεται εις αεί.
Μήπως δεν κόπιασαν οι γονείς μας; Μήπως δεν ίδρωσαν, δεν μάτωσαν οι παππούδες  μας; Μήπως δεν αγωνίστηκαν για όλα τούτα, που τώρα όρνια αρπαχτικά έπεσαν στις αυλές μας και αρπάζουν τον ιδρώτα  μας;
Τα βουνά, οι θάλασσες με τα ακρογιάλια τους, οι όμορφες πόλεις μας και τα χωριά μας, με την πλούσια ιστορία μας, που γέμισαν φως την καρδιά μας και χρώματα τα μάτια 

μας, τα ορέγονται τσακάλια πεινασμένα και παραφυλάνε να πάρουν την μερίδα του λέοντος, δείχνοντας στους νέους έναν ορίζοντα δίχως μέλλον.
Όχι! Δεν θα αφήσουμε την χώρα μας να στηριχτεί στα σάπια δεκανίκια τους. Δεν τα χρειαζόμαστε!
Δεν θα αφήσουμε να στρεβλώσουν την ιστορία μας, να αρπάξουν ό,τι με αίμα κέρδισαν οι προγονοί μας, διαπυώντας τα τραύματα μας με ασύστολες βουρδουλιές.
Ζούμε στην κοιτίδα του πολιτισμού, στον τόπο αυτό που δίδαξε τον πολιτισμό, την ελευθερία της  δημιουργικής σκέψης στα πέρατα του κόσμου˙ τώρα, βάρβαροι λαοί περικύκλωσαν ό,τι εμείς αγαπούσαμε και χτίζαμε χρόνια, με σκοπό τον αφανισμό μας.   Μεταλλάσουν τον γαλανό ουρανό της σκέψης μας με τεφρά σύννεφα προβληματισμού και μισελληνισμού.
Που είναι μωρέ οι πατριώτες και οι ήρωες; Xαθήκανε ;
Που είναι οι Κολοκοτρώνηδες; Eξαφανίστηκαν; Δεν υπάρχει πολιτικός που να πονάει αυτόν τον τόπο χωρίς να αγαπάει το τομάρι του; Όλοι ανθέλληνες, φιλόδοξοι και τυχοδιώκτες, μετέτρεψαν το τρυφερό χάδι της μητέρας πατρίδας σε βαρύγδουπη καμουτσικιά. Ό,τι  χτιζόταν, τώρα κατεδαφίζεται με ανυπόφορα, ανήθικα, αντιδημοκρατικά και αβάσταχτα βασανιστήρια που βαραίνουν τις πλάτες  μας.
Με συντριμμένη περηφάνια και κουρελιασμένο ηθικό   αγαναχτισμένοι πολίτες σέρνονται αγριεμένοι από την προδοσία που δέχτηκαν από κυβερνήτες ανάξιους, 

που έλεγαν πως πρεσβεύουν την Δημοκρατία, την Ελευθερία και την Ανάπτυξη.
Τραυματίστηκε η περηφάνια σου πατρίδα μου!
Τώρα δέχεσαι « το φιλί του θανάτου», πιστεύοντας πως είναι «το φιλί της ζωής…».
Όχι! Το φιλί της ζωής δεν θα στο δώσουν αυτοί, θα στο δώσει η καινούρια γενιά που τώρα ανατέλλει. Η γενιά που δεν θα γνωρίσει βολέματα βουλευτικά, που μέσα της θα βράζει το θάρρος, η αγάπη για την πατρίδα  και η ορμή της νιότης.  Γιατί με αρχηγιλίκια,  κουνιστές πολυθρόνες και υπογραφές δεν πάει μπροστά ο τόπος. Οι    βουλευτές, βολευτές του εαυτούλη τους ήταν και τίποτα παραπέρα .
Όλοι αυτοί σου ’φαγαν το κεφάλι, Ελλάδα μου, ανοίγοντας τον τάφο σου...!
Μην απελπίζεσαι όμως, υπάρχει ελπίδα. Κι αν λιγοψυχάς με όλα όσα σου συμβαίνουν, εγώ θα αναζητήσω την ελπίδα στα νιάτα.
Λοιπόν! Ζητείται Νεανική Ελπίς για να χαράξει το μέλλον σου πατρίδα μου!!!
».


Αυτά έγραψε κι έκλεισε ερμητικά τον φάκελο, ταχυδρομώντας τον  στην ενδεικτική κατά την εφημερίδα διεύθυνση περιμένοντας με εναγώνια προσμονή τα αποτελέσματα της κριτικής επιτροπής για προκείμενη συνεργασία.


 Μαρία Κολοβού - Ρουμελιώτη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου