Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

Το χρέος του λαογράφου του Άγη Θέρου

Έχει αναγνωριστεί από καιρό, ότι η Λαογραφία είναι η κυριώτερη επιστήμη της Ιστορίας του Πολιτισμού. Γιατί κάνοντας τη συγκέντρωση, την έρευνα και την κατάταξη του υλικού των λαϊκών παραδόσεων ενός τόπου — τραγούδια, μουσική, χορό, τέχνες, δεισιδαιμονίες, έθιμα κλπ.— μελετάει τις συνθήκες και τα φαινόμενα της ζωής του, την ψυχική του ιδιοσύσταση και τις πνευματικές του εκδηλώσεις όλες, [Βλέπε σχετικά: Στ. Κυριακίδη. Τι είναι λαογραφία, 1 (1909), σ. 1 κ.ε, όπου (σ.7) γράφει: «Η Λαογραφία εξετάζει τας κατά παράδοσιν διά λόγων, ή πράξεων, ή ενεργειών εκδηλώσεις του ψοχικού και κοινωνικού βίου του λάου»]

Η ελληνική λαϊκή παράδοση έχει βαθιές ρίζες απ' άκρη σ' άκρη της γης μας, κι εκδηλώνεται, με θαυμαστήν ενότητα στους τόπους της ζωής, στις κλίσεις, στα προτερήματα και στα ελαττώματα του λαού μας. Ξεχωριστά όμως μέσα στα τραγούδια του, όπου καθρεφτίζονται τα συναισθήματα του, η αγάπη, οι πόνοι, ο πόθος της λευτεριάς, το μίσος για την τυραννία, η λαχτάρα του ξενιτευτή, τ' αντίκρυσμα του θανάτου, όπου βρίσκεται ατόφια κι αδιάσπαστη η ψυχή του.

Έτσι το έργο του λαογράφου που είναι θεματοφύλακας των παραδόσεων, είναι πολύ υπεύθυνο, έχει τρισμεγάλη σημασία, και πρέπει να το αντιμετωπίζει σε πλάτος πνευματικό και βάθος χρονικό. Τα λυρικά, τα μυθοπλαστικά, τα ιστορικά και όλα τα ψυχικά στοιχεία, που πρωτοφανερώθηκαν στην Ομηρικήν αρχαιότητα, πέρασαν τις καλές εποχές της ελληνικής ακμής, στην Αλεξανδρινή περίοδο έπειτα κι απλώνονται και πλέχονται σε μια συγκρτητήν αλυσίδα, αιώνα με τον αιώνα. Κι έτσι διατηρήθηκαν και παραδόθηκαν στη βυζαντινή και στη νέα μας λαϊκή παράδοση κι έζησαν και ζουν μέσα της. Αυτά ήταν οι σπόροι και τα φύτρα, που, άδηλα και κρύφια, έγιναν αρμοί του λαϊκού ποιητικού Λόγου σ’όλες τις ελληνικές χώρες κι εκφράζουν το συνολικό πνεύμα της ψυχής του λαού μας. Και γι' αυτό η Δημοτική Μούσα μας, έχει απάνω της τις εφτά σφραγίδες της φυλής μας, κι είναι και μένει εθνική κληρονομιά τρανή κι ακατάλυτη.

Τα τραγούδια μας είναι τα πνευματικά ριζοθέμελα της πατρίδας μας και για τούτο στέκουν μνημεία αξετίμητα της εθνικής μας λογοτεχνίας, και κλείνουν μέσα τους γενναία νοήματα, λαμπερή ανθρωπιά, ευγενικά συναισθήματα. Είναι δεμένα μαστορικά με λογάρι άδολο απ' τον υπεράξιο χρυσικό, το λαό μας, και χρωστεί να τα 'χει γκολφισταυρό η ελληνική διανόηση, και να τα ρουφάει για δρακοντοβότανο η νέα γενιά.

Αλλά, όσο ανεβαίνει και πλαταίνει το βιωτικό και πολιτιστικό επίπεδο του έθνους, το ανάβρυσμα της εξαίσιας αυτής κρυσταλλοπηγής λιγοστεύει και κατεβαίνει, και μοιραία, σε λίγον καιρό, θα στερέψει ολότελα. Για τούτο έχουμε, μέσα στη λιγοστή «πίστωση χρόνου» που απομένει, υποχρέωση ιερή, όσα ξέφυγαν το χαμόν ως τα τώρα κι όσα τυχαίνει και ξετρυπώνουμε ακόμα σε παλιά χειρόγραφα ή τ' αρπάζουμε απ' τα χείλια κανενός γέροντα τραγουδιστή ή απλοϊκού τσοπάνη σ' απόμερο βουνό, να νιαστούμε να τα περιμαζώνουμε ευλαβικά και στοργικά μ' έλεγχο αυστηρό, δίχως μεταπλασμούς αυθαίρετους, δίχως δασκαλικά διορθώματα, για να γλυτώσουν απ' το θάνατο, να τα συντηρήσουμε αθόλωτα στη ζωή και να τα παραδώσουμε στην αθανασία.

Η εξέλιξη των ιδεών κι η πορεία των Τεχνών στη γης την οικουμένη είναι ανώμαλη κι αναπάντεχη. Ρυθμοί και «σχολές» και συστήματα - στους δυο μάλιστα τελευταίους αιώνες της οργιαστικής ανθρώπινης δραστηριότητας σ'όλους τους τομείς—ακολουθούν το ένα τ' άλλο, κι αντιπαλεύουν κι ανάφτουν και σβήνουν και λαμποκοπάν και θάφτονται. Όλα τα χρόνια τούτα, τα στάδια των αναζητήσεων των δοκιμών, των εναλλαγών στις μορφές της Τέχνης ήταν πολλά, και διαφορετικά το εν' απ' τ' άλλο, όμως και λιγόζωα. Κάποιες κατευθύνσεις μάλιστα παρουσιάζονται συχνά μ' έντονη προοπτική ξαναγυρισμού στα παλιά στέρεα πρότυπα.

Και ποιος τάχα μπορεί να ξέρει, αν κάποτε - πότε ; - η αναζήτηση του καινούργιου, ο πόθος του ξανανιωμού, η ανάγκη γα ξαναγυρίσει η Ποίησή μας στην ξεκούραση απλότητα και στην ηλιόφοιτη καθαρότητα, δεν τη σπρώξει να ξαναγυρέψει και να ξαναβρεί μέσα στα τραγούδια τούτα κάποιες μορφές παλιές, ξελαγαρισμένες, γιομάτες δροσιά κι ειλικρίνεια κι αλήθεια και γοητεία !
          Από περ. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, έτος 1952, Νο 97 σσ. 205-8.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου